Μνήμη Θρακών….

2021-04-07

Οι απανταχού Θράκες με πάνδημα, νοερά έστω, μνημόσυνα (λόγο των ειδικών συνθηκών που διαβιώνουμε ) , τιμούν την μνήμη των θυμάτων του γενοκτονικού διωγμού των Νεοτούρκων του 1914, εναντίον των Ελλήνων. Ο διωγμός αυτός που άρχισε από τη Θράκη, αποτέλεσε το αρχικό πειραματικό στάδιο των γενοκτονιών, που συνεχίσθηκαν μετά εναντίον Ποντίων, Αρμενίων και Ασσυρίων, γιατί η πολιτισμένη Δύση δεν έσπευσε να τις σταματήσει. Οι διωγμοί στην Θράκη συνδέθηκαν με το Πάσχα του 1914 και έμειναν στην ιστορική μνήμη ως το «μαύρο Πάσχα» των Θρακιωτών. Αιωνία η Μνήμη στους Προγόνους μας. Γυρίζουμε το χρόνο πέντε χρόνια το 2016 . Στην Δράμα, τότε, προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Δράμας κ.κ.Παύλου, πραγματοποιήθηκε στον Ιερό Ναό των Δώδεκα Αποστόλων , το ετήσιο μνημόσυνο για τα θύματα της Γενοκτονίας του Θρακικού Ελληνισμού και η κατάθεση στεφάνων στο μοναδικό μνημείο που υπάρχει στον προαύλιο χώρο του Ναού. Ομιλητής, στον Ιερό Ναό ήταν ο πρόεδρος της Θρακικής Εστίας Καβάλας Νικόλαος Τσουμπάκης , οποίος αναφέρθηκε στο τραγικό χρονικό των διωγμών που υπέστησαν οι Θρακιώτες , στις αρχές του αιώνα. Ακολουθεί η ομιλία του προέδρου της Εστίας κ. Νικόλαου Τσουμπάκη « Ο στρατηγικός χώρος της Ανατολικής Θράκης, με ευρωστότατο ελληνικό πληθυσμό που ξεπερνούσε τις 350.000, αποτελούσε μια ιδιαίτερη ευαίσθητη περιοχή, στα όρια της οποίας αντιπαρατέθηκαν με οξύτητα τα ζωτικά τουρκικά και βουλγαρικά συμφέροντα. Η Θράκη ήταν τόσο Ελληνική εθνολογικά, ώστε η επίσημη εφημερίδα του Βιλαετίου Ανδριανουπόλεως εξεδίδετο πλην της Τουρκικής και εις την Ελληνική γλώσσα. Από το 1907 Βουλγαρικά στρατιωτικά και παραστρατιωτικά σώματα εισβάλουν στην Ανατολική Θράκη, ληστεύοντας, δολοφονώντας και πιέζοντας τον Ελληνικό πληθυσμό να προσχωρήσει στην Βουλγαρική Εξαρχία. Ζήτημα ιδιαιτέρως σοβαρό αφού η ίδρυση Βουλγαρικής εκκλησίας θα δημιουργούσε νέα δεδομένα στο εθνικό, πολιτικό και θρησκευτικό ζήτημα. Σε πολλές περιπτώσεις υπήρχαν συντονισμένες ενέργειες του Βουλγαρικού κομιτάτου με τους Νεότουρκους για τον εκφοβισμό του Ελληνικού στοιχείου. Οι ενέργειες αποκτούν μόνιμο χαρακτήρα μετά την πραξικοπηματική ενσωμάτωση της Βόρειας Θράκης και της επανάστασης του Ίλιντεν. Μεγάλος αριθμός Βορειοθρακιωτών φυγάδων της Ανατολικής Ρωμυλίας ήρθε να προστεθεί στον Ελληνικό πληθυσμό της Ανατολικής Θράκης, αλλά λόγω των διωγμών και της ρευστότητας που επικρατούσε, δεν εγκαταστάθηκαν στην περιοχή αλλά έφυγαν στην ελεύθερη Ελλάδα. Παρατηρείται ένταση της Βουλγαρικής αντάρτικης δραστηριότητας στα γεωγραφικά τμήματα της Ανδριανούπολης, Σαράντα Εκκλησιών, Βιζύης, Κεσσάνης και Μαλγάρων. Η Ένοπλη άμυνα των Θρακών απέναντι στους Βουλγαρικούς διωγμούς που εντάθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα (1906-1912), αποτελεί μια ιδιαίτερη σημαντική πτυχή στην ιστορική πορεία του Θρακικού Ελληνισμού. Η παρουσία του Γεώργιου Κονδύλη και του Στυλιανού Γονατά έχει ως κύριο στόχο την αποτροπή διείσδυσης των Βουλγάρων στη Θράκη και την οργάνωση αντίστασης των Θρακών. Στην δραστηριότητα των Θρακών θα πρέπει να προστεθεί και η πνευματική τους αντίσταση με την εκκλησία και τους εκπαιδευτικούς θεσμούς. Η δημιουργία της Θρακικής αντίστασης συνδυάστηκε με την είσοδο στο προσκήνιο των Νεότουρκων, οι οποίοι παρά τις αρχικές διακηρύξεις τους περί ελευθερίας και δημοκρατίας, υιοθέτησαν τις εθνικιστικές ιδεολογίες του Παντουρκισμού και κινήθηκαν προς εξόντωση των χριστιανών του οθωμανικού κράτους για «να αποκαθάρουν τα εδάφη από τα ξένα προς τον τουρκισμό στοιχεία». Ο Βουλγαροτουρκικός ανταγωνισμός παρατηρείται από το 1912 με στόχο την εξόντωση του υπερτερούντος ελληνικού στοιχείου. Όπως στην Δυτική Μ. Ασία αργότερα έτσι και στην Ανατολική Θράκη οι διωγμοί και η έξοδος των Ελλήνων συντελέστηκαν στο πεδίο της φυσικής εξόντωσης. Ο πρώτος ξεριζωμός των Ανατολικοθρακιωτών αποτελεί οργανωμένο ήδη από τις αρχές του 20ΟΥ αιώνα πολιτικό σχέδιο στη συγκυρία της Βουλγαροτουρκικής αντιπαράθεσης και της αδράνειας της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Οι Τούρκοι υποχωρώντας το 1912, διέπραξαν βιαιότητες κατά των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης, την στιγμή που στην περιοχή ερχόταν ο Βουλγαρικός στρατός. Το 1913 οι Βούλγαροι απέσυραν τον στρατό τους από την Ανατολική Θράκη, την οποία ανεκατέλαβαν οι Τούρκοι. Όταν διαπίστωσαν τις ωμότητες που έκαναν οι Βούλγαροι κατά των Τούρκων και των μουσουλμάνων, έστρεψαν την μανία τους κατά των Ελλήνων αφού δεν υπήρχαν πλέον Βούλγαροι στην Ανατολική Θράκη, οι οποίοι ακολούθησαν το Βουλγαρικό στρατό. Το έργο τους συμπλήρωναν οι Μουατζήρηδες έποικοι, που σε συνεργασία με άτακτους Τούρκους στρατιώτες ολοκλήρωναν το έργο της καταστροφής. Η Ανατολική Θράκη είχε μεταφερθεί σ' ένα απέραντο νεκροταφείο. Τα θύματα που είχε ο Ελληνισμός κατά την ανακατάληψη της Ανατολικής Θράκης από τους Οθωμανούς ανέρχονται σε 15.700 χιλιάδες ενώ έχουν ήδη εκδιωχθεί από τις παράλιες περιοχές 120.000 χιλιάδες Έλληνες. Από το φθινόπωρο του 1913 μπαίνουν σε εφαρμογή τα σχέδια εξόντωσης και έξωσης των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης. Με επίκεντρο την Ραιδεστό, δημιουργείται με την εποπτεία Γερμανών αξιωματικών το Τουρκικό κομιτάτο με στόχο την εξόντωση των Ελλήνων. Όλα ήταν άριστα μελετημένα και άψογα προγραμματισμένα από τους Νεότουρκους που είχαν ερευνήσει σε βάθος την ψυχολογία των μειονοτήτων. Από τον Φεβρουάριο του 1914 οι διωγμοί έχουν ενταθεί και εξαπλωθεί στους Ελληνικούς πληθυσμούς της υπαίθρου αλλά και σε μεγάλες πόλεις όπως η Ανδριανούπολη. Το τέλος του 1914, έτος το οποίο χαρακτηρίστηκε το έτος του Μεγάλου Διωγμού, οι πρόσφυγες ξεπερνούν τις 250.000 χιλιάδες ενώ για το ίδιο έτος οι πρόσφυγες ανέρχονται σε 115.000 χιλιάδες. Τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν: εκτοπισμοί, επιθέσεις, πολιορκία χωριών, τρομοκρατία, απειλές ατομικές και γενικές. Τα όργανα των Διωγμών και της γενοκτονίας ήταν οι χωροφύλακες, οι στρατιωτικοί, οι πολιτικοί και δικαστικοί υπάλληλοι, οι τοπικοί παράγοντες και οι άτακτοι με την βοήθεια του Τουρκικού στρατού. Πραγματοποιείται απογύμνωση της ενδοχώρας από το Ελληνικό στοιχείο, εκπατρισμός του Ελληνισμού από τις μεγαλύτερες πόλεις (Βιζύη, Τυρολόη, Αρκαδιούπολη, Σαράντα Εκκλησίες, Κεσσάνη, Μακρά Γέφυρα, Μυριόφυτο, Περίσταση, Ηράκλεια, Σηλύβρια, Γάνος, Χώρα, Σωζόπολη - Αγαθούπολη). Έτσι η έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, επισφραγίζει και επίσημα τις πραγματικές προθέσεις των Νεότουρκων. Οι νέοι Θρακιώτες που παραμένουν, επιστρατεύονται σε τάγματα εργασίας. Το 1914 ο Ελληνισμός προσπάθησε να αντιδράσει, όπως με το κλείσιμο των εκκλησιών και των σχολείων, καθώς και με την έκδοση εντύπων για ενημέρωση της διεθνούς κοινής γνώμης για την τραγωδία του Ελληνισμού. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την σημαντικότατη έκδοση του Οικονομικού Πατριαρχείου: «Η Μαύρη Βίβλος Διωγμών & Μαρτύρων του εν Τουρκία Ελληνισμού 1914-1918». Επίσης στο επίσημο εβδομαδιαίο περιοδικό του Οικουμενικού Πατριαρχείου: «Η εκκλησιαστική Αλήθεια» φιλοξενήθηκαν σχετικά κείμενα παρότι πολλές φορές η λογοκρισία ήταν πολύ αυστηρή. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις δύσκολες στιγμές των Διωγμών ήταν το κεντρικό σημείο αναφοράς του Ελληνισμού, και οι μεγάλοι διωγμοί της Θράκης το ώθησαν να προβεί σε μια κίνηση προστασίας των Ελλήνων και ταυτόχρονα διεθνοποίησης του προβλήματος. Το Πάσχα του 1914 (Το Μαύρο Πάσχα των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης), εορτάσθηκε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο χωρίς τις συνηθισμένες τελετές, λόγω των διωγμών στην Θράκη, ενώ στις 25 Μαϊου 1914, Ημέρα της Πεντηκοστής, η Ιερά Σύνοδος και το Συμβούλιο αποφάσισαν σε ένδειξη πένθους το κλείσιμο των εκκλησιών και των σχολείων. Η έκρηξη όμως του Α' Παγκοσμίου Πολέμου στις 28 Ιουλίου 1914 και η αλλαγή των δεδομένων που επέφερε η παγκόσμια σύρραξη, οδήγησε το Πατριαρχείο να ανοίξει τις εκκλησίες και τα σχολεία: «ίνα ευχώμεθα τω Παναγάθω Θεώ υπέρ της αποκαταστάσεως της Παγκοσμίου Ειρήνης». Ο Γενικός Απολογισμός της εξόδου και των διωγμών των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης (1913-1918), κατά τις πατριαρχικές πηγές ανέρχεται σε 218.447 χιλιάδες άτομα, και σύμφωνα πάλι από τις ίδιες πηγές - έχοντας και συγκριτικά στοιχεία του ελληνικού πληθυσμού της Ανατολικής Θράκης πριν τους διωγμούς που ανερχόταν στις 373.715 χιλιάδες, υπολογίζουμε ότι απέμειναν στην Ανατολική Θράκη 155.268 χιλιάδες άτομα. Μελετώντας προσεκτικά τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν μετά το 1913 στην Ανατολική Θράκη, δεν μπορεί παρά να διαπιστώσει ότι το Ελληνικό στοιχείο υπέστη μια οδυνηρή εξόντωση, που πήρε μετά το 1914 υποτροπιάζουσα μορφή και κατέληξε σε τετελεσμένα γεγονότα. Σημαντικότερο όμως όλων είναι ότι η αφετηρία των διωγμών και της Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Μ. Ασίας και του Πόντου, υπήρξε ο χώρος της Ανατολικής Θράκης. Εκεί δοκίμασαν και εφάρμοσαν για πρώτη φορά οι Νεότουρκοι και οι Πάτρωνες τους Γερμανούς επιτελείς, το μοντέλο των μετακινήσεων των ελληνικών πληθυσμών και των εθνικών εκκαθαρίσεων. Εκεί επέβαλλαν την γενοκτονική τους συμπεριφορά και εκεί αξιοποίησαν τα θλιβερά αποτελέσματα των πειραμάτων τους, ώστε να τα επεκτείνουν σχεδόν αμέσως στην Δυτική Μ. Ασία και αργότερα σε κραυγαλέο βαθμό στον Πόντο. Το δράμα όλων αυτών των ανθρώπων σφράγισε στην ουσία την αρχή του τέλους του Ανατολικοθρακικού και του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Ο οριστικός ξεριζωμός του 1922 δεν αποτέλεσε απλά και μόνο απόρροια της τραγικής κατάληξης της Μικρασιατικής Εκστρατείας, αλλά συσχετίστηκε με πολύ προγενέστερα δεδομένα, εφ' όσον προετοιμάστηκε και οργανώθηκε κατάλληλα από τους Νεότουρκους το 1914, αφήνοντας το ελληνικό στοιχείο αργότερα αριθμητικά συρρικνωμένο αλλά και ψυχικά και πολιτισμικά αποδυναμωμένο. Σήμερα δεν είναι μόνο μέρα μνήμης και τιμής, είναι ταυτόχρονα και μια στάση όλων μας, απέναντι σε όσους επεδίωξαν με την βία και την πολιτική να εξαφανίσουν τον Προσφυγικό Θρακικό Ελληνισμό και τον πολιτισμό του. Η Θράκη είναι η δική μας κληρονομιά που αποτυπώνει ένα μεγάλο μέρος του πλούτου του ελληνικού λαού και του πολιτισμού του, την ιστορική του ταυτότητα, την γλώσσα, την οικουμενικότητα, είναι ο πολιτισμός στον οποίο αναφέρονται ως παγκόσμιο πρότυπο εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο. Είναι το σημείο αναφοράς των επομένων γενεών των προσφύγων που ζουν στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο. Είναι μια νέα, ελπιδοφόρα και ουσιαστική προοπτική για τους νέους ανθρώπους ώστε και μέσα από την παιδεία και την αλήθεια να αναζητήσουν τη γνώση και να ανακτήσουν την ταυτότητα τους».

Στις εκδηλώσεις μνήμης παρευρέθηκαν, τότε , η Υπουργός Μακεδονίας Θράκης κ. Κόλλια-Τσαρουχά Μαρία, ο βουλευτής Δράμας Δ. Κυριαζίδης ο Αντιπεριφερειάρχης Δράμας Α. Πατακάκης ο Δήμαρχος Δράμας Χ. Μαμτσάκος Περιφερειακοί και Δημοτικοί Σύμβουλοι, ο πρώην Αντιπεριφερειάρχης Κώστας Παπακοσμάς, οι εκπρόσωποι του Ιδρύματος Χ. Κεραμέως, η εκπρόσωπος των Θρακικών σωματείων κ.α. Στο μνημείο μίλησε και ο πρόεδρος της Θρακικής Εστίας Δράμας Φώτης Μπέγκας και κατατέθηκαν στεφάνια . Πολλά ήταν Θρακικά σωματεία που παρέστησαν στην εκδήλωση , από όλη την Βόρεια Ελλάδα και φυσικά την Καβάλα.